loading...

Pixi.

Pixi is a creative multi-concept WordPress theme will help business owners create awesome websites.

Address: 121 King St, Dameitta, Egypt
Phone: +25-506-345-72
Email: motivoweb@gmail.com

Κριτική προσέγγιση των κλασικών παραμυθιών: ”Σώμα – Ταυτότητα – Εαυτός”

  • By Χρήστος Τζίκας
  • 27 Μαρτίου 2024
  • 0 Comment
  • 172 Views

Γράφει ο Χρήστος Τζίκας

Εκπαιδευτικός – MSc «Εκπαίδευση και ανθρώπινα δικαιώματα»

Το σώμα αποτελεί εξ ορισμού στοιχείο συγκρότησης της ταυτότητας σε όλες τις κοινωνικές και ιστορικές περιόδους καθώς αποτελεί τόπο εγγραφής των πολιτικών, θρησκευτικών και κοινωνικών επιταγών και προσδοκιών που αφορούν τον/την κάτοχό του και τη θέση που αυτός/η κατέχει ή αναμένει να κατέχει στο πλαίσιο της κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Μάλιστα κατά την ύστερη μετανεοτερικότητα το σώμα βρίσκεται σε μια ανοιχτή διαδικασία διαρκούς επανακαθορισμού που συνδέεται με την διαμόρφωση της ταυτότητας του υποκειμένου και του τρόπου με τον οποίο γίνεται αντιληπτός ο εαυτός.

Η εικόνα που έχει το ίδιο το υποκείμενο για το σώμα του -έστω η υποσυνείδητη εμπειρία του ως σώμα-, καθώς και ο τρόπος, με τον οποίο αξιολογείται αυτή η εικόνα από τον κοινωνικό περίγυρο, είναι κεντρική στον τρόπο με τον οποίο κατανοούμε το “ποιοι είμαστε”. Όπως σημειώνει η Μακρυνιώτη, η ταυτότητα και ο εαυτός βρίσκονται “σε μια διαδικασία διαρκούς συγκρότησης, ανασχηματισμού και μεταβολής με επίκεντρο την εξωτερική εμφάνιση, καθώς, το φαίνεσθαι δεν είναι απλώς ένα βασικό μέλημα αλλά ουσιαστική υποχρέωση των νεωτερικών υποκειμένων. Μάλιστα η εξωτερική εμφάνιση συμβολίζει την προσωπική τάξη ή αταξία, την εσωτερική ηρεμία, την ικανότητα για έλεγχο και πειθάρχηση του εαυτού”.89

Ο “αδυσώπητος έλεγχος” που ασκεί το ανθρώπινο βλέμμα, δεν συνδέεται απλά με την αναγνώριση ή αγνόηση της παρουσίας του υποκειμένου. Αντίθετα όπως δείχνει ο Goffman, ενεργοποιεί διαδικασίες “παρατήρησης, καταγραφής, αξιολόγησης και κατηγοριοποίησης της εξωτερικής επιφάνειας του άλλου, διαδικασίες που είναι άμεσα συνδεδεμένες με συναισθήματα, ηθικές κρίσεις και επικρίσεις”.90 Αυτές οι διαδικασίες επιδρώντας στον τρόπο με τον οποίο κατασκευάζεται το κοινωνικό προφίλ, διαμορφώνουν ταυτόχρονα την αίσθηση της αυτοεικόνας, της προσωπικής ταυτότητας του υποκειμένου.


Καθώς η εμφάνιση και το νόημά της συνδέεται όλο και περισσότερο με τους συνολικούς τρόπους με τους οποίους εκδηλώνεται η ταυτότητα, “το άτομο -αυτό και μόνο- είναι σήμερα υπόλογο για τις «εικόνες» του. Είναι η «εμφάνιση του».91 Εξού και αυτό το “οδηγούμενο στα άκρα παιχνίδι του να «δείχνεις»: η αυξημένη φιλοδοξία να προωθείς το ορατό, αυτή η εργασία πάνω στην ομορφιά, ωςολοκλήρωση του υποκειμένου. Μια εποχή γεννιέται, στην οποία συγκλίνουν το αίσθημα να μπορείς να ελέγξεις την εμφάνιση και αυτό του να μπορέσεις να την επιβάλεις ως το πιο χαρακτηριστικό σημάδι ενός εξατομικευμένου εγώ”. 92

Για τον λόγο αυτό, στα κλασικά παραμύθια που αναλύονται το σώμα και οι αναπαραστάσεις του αποτελούν κεντρικό άξονα συγκρότησης της αφήγησης και παραγωγής νοημάτων, τα οποία είναι καθοριστικά για την εξέλιξη της πλοκής. Μέσα από το σώμα, οι ήρωες παρουσιάζονται, αποκτούν “πραγματική” υπόσταση, παίρνουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, με βάση τα οποία οι μικροί αναγνώστες είτε ταυτίζονται μαζί τους είτε εναντιώνονται, αγωνιούν και κατασκευάζουν συγκεκριμένες αναπαραστάσεις σχετικά με τις ταυτότητες και την δράση τους. Με δεδομένο ότι η περιγραφή των σωμάτων προϋποθέτει την αναφορά στην εμφάνιση, μέσα από τον λόγο των παραμυθιών που αναλύονται αυτό που “φαίνεται” ως πραγματικό όχι μόνο “είναι” πραγματικό αλλά και καθορίζει σχεδόν αυτονόητα και μηχανικά τους τρόπους πρόσληψης και κατανόησης των χαρακτήρων προδιαθέτοντας, σε αρκετές περιπτώσεις, τον/την αναγνώστη-στρια σχετικά με τον ρόλο και τη δράση τους.

Παράλληλα, η περιγραφή του σώματος των ηρώων-ίδων γίνεται το απαραίτητο υπόβαθρο πάνω στο οποίο στηρίζονται, όχι μόνο “βιολογικά” γνωρίσματα ( νέος-α, ηλικιωμένος –η, άνδρας – γυναίκα, αγόρι – κορίτσι, ψηλός – κοντός κλπ) αλλά και οι διαδικασίες – μηχανισμοί μέσα από τις οποίες τα συγκεκριμένα γνωρίσματα εξαργυρώνονται κοινωνικά. Αυτή η κοινωνική εξαργύρωση, παίρνει την μορφή διπολικών κατηγοριών, οι οποίες μέσα από τις ρητές, άκαμπτες και μη συγκοινωνούσες οριοθετήσεις τους χωρίζουν τον κόσμο του παραμυθιού σε όμορφο και άσχημο, φυσιολογικό και μη φυσιολογικό, κανονικό και αποκλίνοντα, καλό και κακό. Τα σώματα των ηρώων-ηρωίδων, μέσω της περιγραφής τους, τοποθετούνται κοινωνικά και μεταφέρουν τις εκάστοτε κυρίαρχες αντιλήψεις, εμπλέκονται σε αξιολογικές κλίμακες που σχετίζονται με την κοινωνική ιεραρχία ή το φύλο και εντάσσονται σε σχέσεις εξουσίας, παίζοντας έτσι σημαντικό ρόλο στην συγκρότηση της ταυτότητας των χαρακτήρων, στην πορεία της δράσης που θα ακολουθήσουν, στις επιλογές που θα κληθούν να κάνουν αλλά και στις συνέπειες που θα υποστούν.

Η ανάλυση, εστιάζει στις διαδικασίες “σωματοποίησης” της αισθητικής, δηλαδή στους τρόπους με τους οποίους τα παραμύθια υιοθετούν και προωθούν συγκεκριμένα κριτήρια διαμόρφωσης του “όμορφου” και κατά συνέπεια του “άσχημου” σώματος. Σε ένα δεύτερο επίπεδο προσεγγίζονται οι τρόποι με τους οποίους το σώμα εμπλέκεται σε διαδικασίες συγκρότησης ταυτότητας, αλλά και οι στερεοτυπικές νοηματοδοτήσεις που συνδέουν το “όμορφο” και το “άσχημο” σώμα με συγκεκριμένου τύπου ηθικές, κοινωνικές και συναισθηματικές ποιότητες.

Η συγκρότηση του όμορφου και του άσχημου σώματος, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την μελέτη εκείνων των διαδικασιών που διαμορφώνουν, σε κάθε εποχή, τα κυρίαρχα “αισθητικά” κριτήρια. Το σώμα, αλλά και οι αναπαραστάσεις του, εμπλέκονται άμεσα σε αυτές τις διαδικασίες καθώς αποτελούν σημαντικά πεδία αποτύπωσης, αναπαραγωγής, διαμόρφωσης αλλά και αμφισβήτησης αυτών των κριτηρίων σε κάθε ιστορική, κοινωνική και πολιτισμική περίοδο. Αντίστοιχα, στα υπό ανάλυση παραμύθια, το σώμα έρχεται στο προσκήνιο ως σύστημα σημείων, αποτελεί τόπο εγγραφής συγκεκριμένων χαρακτηριστικών , τα οποία αντανακλούν τις κυρίαρχες αντιλήψεις σχετικά με τα ισχύοντα αισθητικά “κριτήρια” διαμόρφωσης του “ωραίου”.

Ενδεικτικά:
 Η Πεντάμορφη και το Τέρας: “..στον όμορφο πρίγκιπα..”,

 Η Μικρή γοργόνα: “..ένας όμορφος πρίγκιπας..”,

 Η Χιονατη: “..μια κόρη με μαλλιά μαύρα σαν τον έβενο, δέρμα λευκό σαν το χιόνι, και χείλια κατακόκκινα σαν το αίμα.. “

 Η Ωραία κοιμωμένη : “..τόσο όμορφη με τα κόκκινα μαγουλά της , τα άλικα χείλη της..’’

 Η Μικρή γοργόνα: “..ήταν πανέμορφες, ξανθές με υπέροχα μακριά μαλλιά σαν από μετάξι..”


Παρατηρούμε αρχικά μια έμφυλη διαφοροποίηση στον τρόπο που αναπαρίστανται οι κεντρικοί χαρακτήρες. Η παρουσίαση των γυναικών – ηρωίδων χαρακτηρίζεται από εκτενέστερες αναφορές ενώ στις περιπτώσεις των ανδρών – ηρώων, οι περιγραφές είναι εξαιρετικά συνοπτικές.
Δεν είναι έτσι τυχαίο ότι, κεντρικό ρόλο στην παρουσίαση των χαρακτήρων παίζει η περιγραφή του προσώπου.

Όπως τονίζει ο Μεταξάς, “το πρόσωπο είναι το μέρος του σώματος με την πιο πλούσια αλλά και την πιο ορατή εκφραστική δυνατότητα. Η υπερκείμενη θέση του, ενισχύει την προέχουσα σημειακή του λειτουργία και επιβάλλει, κατά κάποιο τρόπο αναγκαστικά, συνάντηση και συνομιλία”.93 Μάλιστα, η εστίαση στα χαρακτηριστικά του προσώπου είναι τόσο έντονη, ώστε δίνεται η αίσθηση ότι το υπόλοιπο σώμα χάνεται. Αυτή η σιωπή γύρω από το υπόλοιπο σώμα, ανδρικό και γυναικείο, συνδέεται με τον τρόπο που η επιθυμία, η σεξουαλική του διάσταση παραμένει αφανής στον παραμυθιακό λόγο.

Αναδύεται λοιπόν, ένα αισθητικό ιδεώδες στα πλαίσια του οποίου η ομορφιά συνδέεται άμεσα με τα χαρακτηριστικά του προσώπου και παρουσιάζεται ως “ανώτερη, ακτινοβολούσα, και αναλλοίωτη”. Πρόκειται για ένα είδος “διαφημιστικής αισθητικής”, το οποίο περιλαμβάνει σε μεγαλύτερο βαθμό τη γυναικεία μορφή. Σε αυτό το σχήμα , η σωματική παρουσία πρέπει να επιβάλλεται διαμιάς, ενώ η ομορφιά υπάρχει ως ο πρώτος παράγοντας έλξης.94 Σύμφωνα με τον Vigarello, η γυναίκα “έχει το απαράγραπτο δικαίωμα και μάλιστα εκπληρώνει ένα είδος χρέους όταν προσπαθεί να φανεί μαγική και εξωπραγματική.

Πρέπει να εκπλήσσει και να γοητεύει. Ως είδωλο πρέπει πάντα να χρυσώνεται και να γίνεται αντικείμενο λατρείας”.95 Η ομορφιά υπό αυτή την έννοια, δίνει αξία στο γυναικείο γένος, σε σημείο να εμφανίζεται ως η ολοκλήρωσή του. Ο ρόλος του κινηματογράφου, είναι καθοριστικός στον τρόπο με τον οποίο πλάθονται αυτά τα νέα αισθητικά πρότυπα. Το πρόσωπο, που καθόλου τυχαία τοποθετείται στο κέντρο της λήψης, δίνει “το παράδειγμα του τέλειου μακιγιάζ και του χρώματος: τα χρώματα διαχέονται, το δέρμα γίνεται τοπίο, τα μάτια μεγαλώνουν στο άπειρο”.96


Πιο συγκεκριμένα, η περιγραφή της εξωτερικής επιφάνειας του σώματος είναι κεντρική στην προώθηση αυτών των στερεοτύπων στα πλαίσια του παραμυθιακού λόγου. Το χρώμα του δέρματος, το χρώμα των χειλιών, των ματιών, των μαλλιών εμπλέκονται άμεσα στο παιχνίδι διαμόρφωσης μιας αδιαπραγμάτευτης και “φυσικής” ομορφιάς. Αν ανατρέξουμε στον Vigarello, οι σύγχρονες αναπαραστάσεις του γυναικείου προσώπου υιοθετούν ένα συγκεκριμένο σχήμα χρωματικής απόδοσης όπου “το ανοιχτό, το ξανθό, το ροδαλό, συνιστά την ενσάρκωση της «μοντέρνας γυναίκας»”. Το γυναικείο πρόσωπο πρέπει να είναι “εκθαμβωτικό”, “ακτινοβόλο”, με μαλλιά “απαλά, λαμπερά και φίνα όπως το μετάξι”.97

 Η Μικρή Γοργόνα: “..είχε μακριά ξανθά μαλλιά που γυάλιζαν, άσπιλο ρόδινο δέρμα και γαλάζια μάτια..”

 Η Ωραία κοιμωμένη : “..ήταν τόσο δροσερή και ροδαλή..”. “..Το δέρμα της, τα χείλη της και τα μαλλιά της είχαν το ίδιο χρώμα με τα ροδοπέταλα, λευκό ροζ και χρυσαφί..”


Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι τα χαρακτηριστικά των ηρώων-ίδων παραπέμπουν στο Δυτικό πρότυπο του λευκού γυναικείου και αντρικού σώματος. Ακόμη, η υπόθεση αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι σε κανένα από τα παραμύθια που αναλύονται δεν παρουσιάζεται κάποιο έγχρωμο σώμα, ή οποιοδήποτε στοιχείο που να παραπέμπει σε Ασιατικά ή Αφρικάνικα χαρακτηριστικά. Οργανώνεται κατ’ αυτό τον τρόπο ένα αξιολογικό και ιεραρχικό πλαίσιο σύμφωνα με το οποίο, συγκεκριμένα σωματικά γνωρίσματα όχι μόνο προσδιορίζονται ως “πρότυπα”, αλλά και ως τα μόνα που κρίνονται άξια να μνημονευτούν.

Όπως τονίζει, η Αθανασίου μέσα από διαδικασίες έμφυλων, φυλετικών και ταξικών διαχωρισμών και ιεραρχήσεων το “φυσιολογικό” σώμα αποτέλεσε την αφετηρία για τον καθορισμό της ελκυστικότητας και της ανθρώπινης αξίας.98 Υπό αυτή την έννοια, η “πολιτική της εμφάνισης” αναδεικνύει τους πολιτισμικούς προσδιορισμούς της αισθητικής, και συνδέεται με τη “συγκρότηση ενός λόγου περί πολιτισμικής κατασκευής του έμφυλου αλλά και του φυλετικοποιημένου σώματος”.99


Αντίστοιχα, οι κυρίαρχες πολιτισμικές επιταγές γύρω από το δέρμα συνδέονται άμεσα με διαδικασίες πολιτικής και κοινωνικής αξιολόγησης και ιεράρχησης των σωμάτων, ιδιαίτερα στις σύγχρονες κοινωνίες όπου οι “«συνέπειες» από την οικιοποίηση μη δυτικών προτύπων είναι μεγάλες”.100 Στο πλαίσιο ενός συστήματος διακρίσεων ως προς την επιδερμίδα (με βάση το χρώμα, την υφή, την καθαρότητα), το δέρμα αποκτά κοινωνικούς συμβολισμούς και γίνεται φορέας σημασιών, αναδεικνύοντας τόσο την ατομική όσο και την κοινωνική του λειτουργία. Όπως τονίζει η Μακρυνιώτη, “με το πρόσχημα ότι το δέρμα είναι ο καθρέφτης του εσωτερικού κόσμου και αντανακλά την αλήθεια για τον εαυτό, ενεργοποιείται μια νέα μορφή φυσιογνωμικής, όπου η εξωτερική επιφάνεια του σώματος αναδεικνύεται σε κυρίαρχο στοιχείο άντλησης πληροφοριών και κατάταξης των ατόμων. Υπό αυτό το πρίσμα, το σώμα δεν μπορεί να εκληφθεί ως ουδέτερος τόπος όταν ο σεξισμός και ρατσισμός παραμένουν στην καρδιά της νεοτερικότητας”.101

Επιπρόσθετα, στα συγκεκριμένα παραμύθια που αναλύουμε, ένα από τα βασικά κριτήρια ορισμού του όμορφου σώματος (γυναικείου και αντρικού) αποτελεί το στοιχείο της νεότητας. Οι ηλικιακές διακρίσεις που αποτυπώνονται στις συγκεκριμένες αφηγήσεις είναι άμεσα συνδεδεμένες με το στοιχείο της βιολογικής πορείας των χαρακτήρων. Στα κλασσικά παραμύθια απουσιάζουν οι συγκεκριμένοι προσδιορισμοί του χρόνου και η αφήγηση “χάνεται” σε ένα μη προσδιορισμένο μακρινό παρελθόν, με την χρήση των εισαγωγικών προτάσεων “μια φορά και ένα καιρό”, “πριν πολλά χρόνια”, “κάποτε”. Έτσι, η έννοια του χρόνου, αναγκαία για την εξέλιξη της πλοκής, αποδίδεται μέσα από τις διάφορες ηλικιακές φάσεις των κεντρικών χαρακτήρων, οι εναλλαγές των οποίων σκιαγραφούνται μέσω της περιγραφής των σωματικών τους χαρακτηριστικών.

Υπο αυτή την έννοια, το σώμα καθώς και τα διάφορα στάδια εξέλιξης της ανθρώπινης ζωής δεν αποτελούν ένα απλό βιολογικό σχήμα. Γίνονται φορείς αποτύπωσης της χρονικής αλληλουχίας, συγκροτούν και τοποθετούν την αφήγηση σε μια γραμμική εξελεγκτική πορεία. Σχηματοποιώντας αυτή την έννοια του “σωματικά αναπαραστάσιμου χρόνου”, στο ένα άκρο τοποθετείται η γέννηση και στο άλλο το γήρας, ενώ οι ενδιάμεσες καταστάσεις συνδέονται με την περίοδο της νεότητας. Ωστόσο, αυτή η γραμμική χρονικότητα η οποία συγκροτείται και αποδίδεται σωματικά είναι φορτισμένη με “αισθητικές” αξιολογήσεις και ιεραρχήσεις.

Όσα σώματα βρίσκονται στην αφετηρία αυτού του “σωματικού” και αφηγηματικού χρόνου, στην περίοδο της παιδικής ηλικίας, της εφηβείας και της νεότητας αποτελούν τους κεντρικούς χαρακτήρες, τους/τις “πρωταγωνιστές-στρίες” και η περιγραφή των σωματικών τους γνωρισμάτων είναι λεπτομερής και φορτισμένη θετικά. Τα στοιχεία της ευεξίας και της νιότης, παρουσιάζονται ως να συγκροτούν σε μεγάλο βαθμό το αισθητικά “πρότυπο” σώμα καθώς στους χαρακτήρες που διανύουν την περίοδο της νεότητάς αποδίδονται χαρακτηριστικά όπως η δύναμη, η ομορφιά, η γλυκύτητα, κλπ.

Ταυτόχρονα, οι συγκεκριμένοι χαρακτήρες ενώ παρουσιάζονται να “διαβαίνουν” τις ηλικιακές φάσεις από την γέννηση μέχρι την νεότητα, η αφήγηση δεν τους παρουσιάζει σχεδόν ποτέ στην περίοδο του γήρατος, αλλά φαίνεται να διατηρούν αναλλοίωτα τα “αισθητικώς πρότυπα” χαρακτηριστικά τους, μέχρι τη λήξη του παραμυθιού. Ιδιαίτερο ρόλο σε αυτό το πλαίσιο παίζει η περίοδος της παιδικής ηλικίας, οι περιγραφές της οποίας συνδέονται πάντοτε με μιαν αίσθηση “αγνότητας” και “φυσικής” ομορφιάς.


 Η Πεντάμορφη και το Τέρας: “..η πιο όμορφη ήταν η μικρή, τόσο όμορφη που την φώναζαν πεντάμορφη..”

 Η Μικρή Γοργόνα: “..Οι έξι μικρές γοργόνες πριγκίπισσες ήταν όλες όμορφες, αλλά η πιο μικρή ήταν η ομορφότερη..”

 Η Ωραία Κοιμωμένη: “..Σύντομα η βασίλισσα γέννησε ένα όμορφο και γλυκό κοριτσάκι..”

 Η Χιονάτη: “..απόκτησε μια πανέμορφη κορούλα..”

Αντίθετα, με διαφορετικό τρόπο παρουσιάζονται οι περισσότεροι χαρακτήρες που βρίσκονται στην περίοδο του γήρατος, στην περίοδο που “η φυσική ομορφιά αρχίζει να χάνεται”. Τα γηρασμένα σώματα, μπορούν να ενταχθούν σε δύο κατηγορίες. Στην πρώτη κατηγορία η ηλικίωση προσδιορίζεται με βάση τον τύπο της σχέσης, δηλαδή τον τρόπο με τον οποίο συνδέονται με τον κεντρικό χαρακτήρα (γιαγιά της Γοργόνας, Πατέρας της Πεντάμορφης, Μητριά της Χιονάτης κλπ). Σε αυτές τις περιπτώσεις απουσιάζουν εντελώς οι σωματικές περιγραφές, καθώς δεν

υπάρχει κανένα στοιχείο που να διαμορφώνει έστω μια αδρή περιγραφή της σωματικής μορφής. Ταυτόχρονα, οι χαρακτήρες αυτοί, σε όλες τις περιπτώσεις έχουν δευτερεύοντα – συμπληρωματικό ρόλο στην πλοκή, ο οποίος όμως παρουσιάζει διαφοροποιήσεις στο επίπεδο της δράσης. Σε κάποιες περιπτώσεις η δράση τους συνδέεται με την φροντίδα, την κατοχή γνώσης και την σοφία:
 Η Μικρή γοργόνα : “..η γιαγιά των κοριτσιών είχε αναλάβει να διδάξει στις εγγονές της όλα όσα έπρεπε να ξέρουν..”

 Η Ωραία Κοιμωμένη: “..η μεγαλύτερη από όλες, η δωδέκατη σοφή νεράιδα, προχώρησε μπροστά και είπε: Μη φοβάστε, ακόμη δεν έδωσα την ευλογία μου..”

 Η Ωραία Κοιμωμένη: “..Συνάντησε μια ηλικιωμένη γυναίκα που με μεγάλη δεξιότητα έγνεθε νήμα..”


Σε άλλες περιπτώσεις, ο ρόλος τους είναι παθητικός, αδρανής και σχεδόν αμέτοχος στις εξελίξεις της αφήγησης:

 Μικρή Γοργόνα: “..Φυσικά ο βασιλιάς δεν είχε χρόνο να αναθρέψει τις έξι πανέμορφες κόρες του ο ίδιος και την ανατροφή είχε αναλάβει η γιαγιά τους..” ( δεν υπάρχει καμία άλλη αναφορά στην εξέλιξη της πλοκής στον πατέρα-βασιλιά)

 Η Πεντάμορφη και το Τέρας: “..Πατέρα μου, του είπε η Πεντάμορφη, εσύ θα πρέπει να μείνεις εδώ, στο σπίτι σου. Στη θέση σου θα πάω εγώ..Ο γέρος έμπορος αποχαιρέτησε με κλάματα την αγαπημένη του θυγατέρα και έφυγε..” (δεν υπάρχει καμία αναφορά στη συνέχεια της πλοκής στον γέρο-πατέρα)

 Η Χιονάτη: “..δεν είχε πολύ καιρό που είχε παντρευτεί τον βασιλιά και είχε έρθει να μείνει μαζί του στο παλάτι. Αν και ήταν ευτυχισμένη με τον άντρα της, η βασίλισσα λαχταρούσε ένα παιδί… Ένα χρόνο αργότερα ο βασιλιάς ξαναπαντρεύτηκε..” (δεν υπάρχει καμία άλλη αναφορά στη συνέχεια της πλοκής στον πατέρα-βασιλιά)


Στην δεύτερη κατηγορία, όπως θα δούμε στη συνέχεια, τα γηρασμένα σώματα αποδίδονται σε χαρακτήρες όπως οι μάγισσες και οι περιγραφές τους παραπέμπουν σε άσχημες, εκφυλισμένες αλλά και τερατώδεις μορφές.

 Η Ωραία Κοιμωμένη: “..το ρηγόπουλο περίεργο και θαρραλέο σαν όλα τα ρηγόπουλα της εποχής του, άνοιξε δρόμο με το σπαθί του χωρίς να φοβηθεί την άσχημη γριά μάγισσα..”

 Η Ωραία κοιμωμένη: “..μπήκε η γριά μάγισσα που δεν είχαν καλέσει.. “

 Η Χιονάτη: “..η βασίλισσα, καθώς μεγάλωνε, είχε ολόκληρα βάζα με αλοιφές για το πρόσωπό της αλλά δεν ωφελούσαν. Ασχήμαινε συνεχώς σε αντίθεση με την Μικρή Χιονάτη..”


Έτσι, οι χαρακτήρες που παρουσιάζονται ως ηλικιωμένοι ενώ εμπλέκονται στη δράση, τα σωματικά τους γνωρίσματα δεν περιγράφονται σε αντίθεση με τις περιπτώσεις των χαρακτήρων που παρουσιάζονται στην περίοδο της νεότητας. Ταυτόχρονα τα μόνα περιγραφικά στοιχεία που δίνονται είναι, στις περισσότερες περιπτώσεις, αρνητικά φορτισμένα (άσχημη, κλπ). Υπό αυτή την έννοια μοιάζει να προωθείται η θέση ότι “η ασθένεια, και η φθορά του σώματος υπονομεύουν την ιερότητα (και την αθανασία) του ενσώματου εαυτού και υπενθυμίζουν την πεπερασμένη του υπόσταση”.102

Όπως τονίστηκε παραπάνω, η διαμόρφωση κριτηρίων προσδιορισμού του όμορφου σώματος, λειτουργώντας ως κανονιστικό – ρυθμιστικό πλαίσιο, προσδιορίζει ταυτόχρονα τα γνωρίσματα εκείνα που χαρακτηρίζουν το “άσχημο” σώμα. Σύμφωνα με τον Eco “το ωραίο, καθότι σχετική έννοια, γίνεται κατανοητό μόνο σε σχέση με την έννοια του άσχημου. Το άσχημο υπάρχει μονάχα επειδή υπάρχει το ωραίο, που συνιστά τη θετική προϋπόθεση. Το ωραίο, είναι η αρχική θεϊκή ιδέα και γι αυτό η ύπαρξη του άσχημου- η άρνηση του, είναι μονάχα η δευτερεύουσα. Όχι με την έννοια ότι το ωραίο, καθότι είναι ωραίο, μπορεί να είναι ταυτόχρονα και άσχημο, μα με την έννοια ότι τα ίδια καθοριστικά στοιχεία που συνιστούν την αναγκαιότητα του ωραίου, μετασχηματίζονται στο αντίθετό του”.103

Στο ίδιο μήκος κύματος ο Foucault υποστηρίζει ότι “η αντικειμενικοποίηση του υποκειμένου πραγματοποιείται μέσω διαιρετικών πρακτικών, εκείνων δηλαδή των διεργασιών που ατομικοποιούν και δίνουν υπόσταση στο αόριστο μέχρι τότε υποκείμενο”.104 Αυτό επιτυγχάνεται μέσα από την διαφοροποίηση του υποκειμένου από τον δυαδικό “άλλο”. Σε αυτό το σχήμα, το σώμα μετατρέπεται σε κεντρικό σημείο αναφοράς στην γενικότερη προσπάθεια να οργανωθούν οι κοινωνικές σχέσεις με βάση διπολικές κατηγορίες, όπως άσχημο – όμορφο, κανονικό -αποκλίνον κλπ.105

Η κοινωνική διαδικασία διαμόρφωσης “πρότυπων” σωμάτων, προϋποθέτει έτσι την

ιεραρχική ταξινόμηση και κατάταξη κάποιων σωμάτων στην κατηγορία του μη κανονικού, του αποκλίνοντος.106
Στα συγκεκριμένα παραμύθια, οι αναπαραστάσεις των σωματικών μορφών συχνά κυμαίνονται μεταξύ των δύο ακροτήτων γεγονός που ενισχύει τις διαδικασίες με τις οποίες, η συγκρότηση του κανονικού ενισχύεται μέσα από την κατασκευή και αναπαράσταση μιας αρνητικής ετερότητας.107 Το ακραία διαφοροποιημένο σώμα που παρουσιάζεται στον παραμυθιακό λόγο είναι το σώμα-τέρας, είτε αναφέρεται κυριολεκτικά ως τέτοιο, είτε παραπέμπει σχεδόν με ακρίβεια σε τερατώδη σώματα μαγισσών, νερομαγισσών κλπ. Το τέρας ενισχύει τις αντιθετικές κατηγορίες, καθώς παρουσιάζεται ως η ακραία διαφοροποίηση του κανονικού – όμορφου σώματος ενώ η συγκρότηση της ταυτότητάς του γίνεται στη βάση ενός βαθιά απαξιωτικού γνωρίσματος.
 Η Πεντάμορφη και Τέρας: “..ορθώθηκε μπροστά του ένα Τέρας τόσο τρομερό που λίγο έλειψε να λιποθυμήσει..”, “..αντίκρισε ένα απαίσιο τέρας..”, “..μόλις είπε αυτά τα λόγια ένα κακάσχημο Τέρας εμφανίστηκε μπροστά του..”

 Η Μικρή γοργόνα : “..ακούστηκε το βραχνό κακάρισμα της μάγισσας που ήταν άσχημη σαν την αμαρτία..”, “..Ξέρω τι θέλεις, είπε το άσχημο πλάσμα..”

 “..μπήκε η απαίσια μάγισσα που δεν είχαν καλέσει. Ήταν θυμωμένη και έδειχνε ακόμη πιο άσχημη..”


Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της αντίθεσης αποτελεί και ο συμβολικός τίτλος του παραμυθιού “Η πεντάμορφη και το Τέρας”. Η ισχυρή αντίφαση του συγκεκριμένου τίτλου, τοποθετεί στο ένα άκρο μια πρότυπη φιγούρα αντιπροσώπευσης της κανονικότητας (την Πεντάμορφη) και στο άλλο άκρο, αυτό της απόκλισης, ένα πρότυπο διαφοροποιημένου σώματος (το Τέρας). Η σχέση μεταξύ της Πεντάμορφης και του Τέρατος μπορεί να μελετηθεί στο πλαίσιο των εννοιών “υποκείμενο – αποκείμενο”.

Το τέρας λειτουργεί ως αποκείμενο (abject), δηλαδή αυτό που δεν είναι ούτε υποκείμενο (subject)) ούτε αντικείμενο (object). Σύμφωνα με την Αθανασίου, η έννοια του αποκειμένου αναφέρεται σε “αυτό που εκπίπτει ή αποβάλλεται από την κοινωνική ορθολογικότητα του συμβολικού συστήματος, η μιαρή ύλη που εκδιώκεται με τρόμο και αποστροφή από το σώμα ως ριζική και εκφυλισμένη ετερότητα, παγιώνοντας έτσι έναν ασφαλή, σταθερό και ακέραιο εαυτό”.108

Έτσι, το αποκείμενο οικίζει εκείνες τις “αβίωτες” ζώνες της κοινωνικής ζωής, οι οποίες περιγράφουν τα όρια της επικράτειας του υποκειμένου, τα όρια της δικής του αξίωσης για αυτονομία και ζωή.109 Το τέρας –ως αποκείμενο- αποτελεί μια αποκηρυγμένη δυαδικότητα της Πεντάμορφης. Καθώς, η διαδικασία της αποκήρυξης του αποκειμένου εμπλέκεται άμεσα με την συγκρότηση της ταυτότητάς του υποκειμένου η Πεντάμορφη, ως ένα βαθμό, είναι ‘’ό,τι δεν είναι’’ το Τέρας.

Επεκτείνοντας τον συλλογισμό, διαφαίνεται ότι η έννοια της “αβίωτης” ζώνης της κοινωνικής ζωής συνδέεται συμβολικά και με συγκεκριμένους χωροταξικούς προσδιορισμούς στα υπό ανάλυση παραμύθια. Το τέρας όπως και οι Νάνοι (μια άλλη περίπτωση αποκλίνουσας σωματικής εμφάνισης), ως αποκείμενα κατοικούν στον πύργο ή στο απομακρυσμένο σπίτι μέσα στο δάσος, στα όρια της πόλης, στα όρια της κοινότητας και ως εκ τούτου στα όρια του πολιτισμού.

Για την ερμηνεία αυτών των ιδιότυπων αποκλεισμών, είναι χρήσιμα τα θεωρητικά εργαλεία που εισάγει ο Agamben και συγκεκριμένα οι έννοιες της “γυμνής ζωής”, της “κατάστασης εξαίρεσης” και της συμπερίληψης δια του αποκλεισμού. Η “εξαίρεση” στο κοινωνικό και πολιτικό πεδίο συγκροτείται και χαρακτηρίζεται μέσω διαδικασιών, με βάση τις οποίες κάτι δεν εντάσσεται/αποκλείεται από τον γενικό κανόνα, χωρίς ωστόσο να χάνει την σχέση του με αυτόν. Ουσιαστικά ο κανόνας “επιβιώνει” μέσω της εξαίρεσης, καθώς αναστέλλεται.110 Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Agamben, “ο κανόνας εφαρμόζεται στην εξαίρεση απεφαρμοζόμενος, δηλαδή μέσω της μη τήρησης του, της ανάκλησής του από αυτήν.

Συνεπώς η κατάσταση εξαίρεσης δεν είναι το χάος που προηγείται της τάξης αλλά η κατάσταση που προκύπτει από την αναστολή της. Έτσι η σχέση εξαίρεσης αφορά την ακραία μορφή της σχέσης, η οποία περιλαμβάνει κάτι μόνο μέσω του αποκλεισμού του”.111 Η “κυρίαρχη εξαίρεση” αφορά στη φιγούρα όπου η “ενικότητα” αναπαρίσταται ως μη αναπαραστήσιμη (ένα στοιχείο, το οποίο ανήκει στην κοινότητα αλλά δεν περιλαμβάνεται). Θα μπορούσαμε να πούμε ότι, η έννοια της ενικότητας αφορά το υποκείμενο που, ενώ μετέχει με ένα ιδιότυπο τρόπο στην κοινότητα, την ίδια στιγμή δεν υπολογίζεται ως ύπαρξη απέναντι στην οποία αναγνωρίζεται το σύνολο των χαρακτηριστικών και των ιδιοτήτων του μέλους της.112

Μια φιγούρα που, όπως το Τέρας και οι Νάνοι, κατοικεί στα όρια του εντός και του εκτός, βιώνοντας ένα είδος περιληπτικού αποκλεισμού. Ο Agamben προσδιορίζει αυτή τη μορφή ύπαρξης ως “γυμνή ζωή”. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει “στη δυτική πολιτική, η γυμνή ζωή απολαμβάνει αυτό το μοναδικό προνόμιο: να είναι το στοιχείο πάνω στον αποκλεισμό του οποίου θεμελιώνεται η πόλη των ανθρώπων”.113

Χρησιμοποιώντας το παράδειγμα του Homo Sacer, μια φιγούρα του αρχαϊκού Ρωμαϊκού δικαίου περιγράφει αυτή την ιδιότυπη μορφή εξαίρεσης που χαρακτηρίζει την “γυμνή ζωή”: ο Homo Sacer περιλαμβάνεται στην πόλη μέσω της εξαίρεσης που του επιβάλει η κοινωνικά ιεραρχημένη μη αξία της ζωής του. 114


Ενδιαφέρουσα είναι η προσέγγιση του χαρακτήρα του Τέρατος –ως γκροτέσκα μορφή συνύπαρξης του ζωώδους και του ανθρώπινου στοιχείου που περιλαμβάνεται δια της εξαίρεσης- μέσω της φιγούρας του Ανθρώπου/Λύκου της Γερμανικής και Σκανδιναβικής Αρχαιότητας, την οποία ο Agamben επίσης χρησιμοποιεί για να περιγράψει την κατάσταση της “γυμνής ζωής”. Ο άνθρωπος/ Λύκος είναι ο αναθεματισμένος άνθρωπος του οποίου η ζωή “συνιστά ένα κατώφλι αδιαφορίας και περάσματος μεταξύ της ζωώδους και της ανθρώπινης φύσης”.115

Αυτό το κενό πεδίο ανάμεσα στο νόμο και στην φύση εδραιώνεται μέσω της συμπληρωματικής λειτουργίας των στοιχείων του αποκλεισμού και της περίληψης. Αυτή η ενδιάμεση κατάσταση (ούτε ολοκληρωτικά λύκος ούτε ολοκληρωτικά άνθρωπος) δημιουργεί ένα πεδίο ύπαρξης και ανυπαρξίας. Ένα πεδίο στο οποίο όπως και η φιγούρα του Τέρατος “κατοικεί ταυτόχρονα σε δύο κόσμους χωρίς όμως να ανήκει σε κανέναν”. 116


Η έννοια του ανθρώπινου τέρατος είναι επίσης κεντρική στην ανάλυση του Φουκώ κατά τη μελέτη της γενεαλογίας του “μη κανονικού” ατόμου. Ερευνώντας το σώμα – τέρας σε ένα “νομικο-βιολογικό” επίπεδο από τον μεσαίωνα μέχρι και τον 19ο αιώνα αναδεικνύει ότι, το κύριο χαρακτηριστικό είναι η διπλή φύση του, το στοιχείο της μείξης. Διαμορφώνοντας έναν ορισμό, το τερατώδες σώμα: “είναι η μείξη δύο βασιλείων, του ζωικού και του ανθρώπινου: ο άνθρωπος με κεφάλι βοδιού, ο άνθρωπος με πόδια πουλιού – τέρατα. Είναι το ανακάτεμα, η μείξη δύο ειδών: το γουρούνι που έχει κεφάλι προβάτου, είναι τέρας. Είναι η μείξη δύο ατόμων: αυτός που έχει δύο κεφάλια και ένα σώμα, αυτός που έχει δύο σώματα και ένα κεφάλι, είναι τέρας.

Είναι η μείξη των δύο φύλων: εκείνος που είναι ταυτόχρονα άντρας και γυναίκα είναι τέρας. Είναι μια μείξη ζωής και θανάτου: το έμβρυο που γεννιέται με μια μορφολογία τέτοια ώστε να μη μπορεί να ζήσει αλλά καταφέρνει να επιβιώσει για κάποια λεπτά ή κάποιες μέρες, είναι τέρας. Τέλος είναι μια μείξη μορφών: αυτός που δεν έχει ούτε χέρια ούτε πόδια, σαν φίδι, είναι τέρας”. 117


Η τερατωδία σε ένα πρώτο επίπεδο παραβιάζει τα όρια των φυσικών κατηγοριοποιήσεων. Ταυτόχρονα, αυτή η αταξία του φυσικού νόμου “θίγει, ανατρέπει και αμφισβητεί τόσο το αστικό όσο και το θρησκευτικό δίκαιο”.118 Η διαταραχή της φύσης, όπως αποτυπώνεται στο τερατώδες σώμα, οδηγεί σε αδιέξοδο τον ανθρώπινο και τον θεϊκό νόμο, μέσω της σύνδεσής της με την συνουσία στο επίπεδο των γεννητόρων, ενός ατόμου του ανθρώπινου είδους και ενός ζώου. Έτσι, η διαταραχή της φύσης ανατρέπει τη νομική τάξη καθώς το αστικό δίκαιο δεν μπορεί να απαντήσει σε μια σειρά από ερωτήματα που απορρέουν από την διπλή φύση του τέρατος.119

Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά “τον 18ο αιώνα το τέρας είναι ένα νομικοφυσικό σύμπλεγμα. Φέρνει μαζί του την παραβίαση της φύσης, την ανάμειξη των ειδών, το θόλωμα των ορίων και των χαρακτηριστικών”. Ως “πρόγονος” του μη κανονικού ατόμου του 20ου αιώνα, το ανθρώπινο τέρας αποτέλεσε το στοιχείο, με βάση το οποίο οργανώθηκε η νόρμα της κανονικότητας, προωθήθηκε η εξουσιαστική ιεράρχηση και κατηγοριοποίηση των σωμάτων σε “φυσιολογικά” και “αποκλίνοντα”.


Υπό αυτή την έννοια, αποκτά βαρύνουσα σημασία ο τρόπος με τον οποίο εμφανίζεται το τέρας στα κλασσικά παραμύθια, όπου μέσω της περιγραφής και κυρίως μέσω της εικονογράφησης αποτυπώνεται ξεκάθαρα η διπλή φύση του. Όπως τονίζει ο Schneegans, “ο συνδυασμός ανθρώπινων και ζωωδών χαρακτηριστικών είναι μια από τις παλιότερες γκροτέσκο φόρμες”.120 Μέσω αυτής της αναπαράστασης, το ανθρώπινο σώμα μετατρέπεται σε σάρκα, υποδηλώνει “τη ζωώδη διάσταση της ανθρώπινης φύσης και θεωρείται σταθερό εμπόδιο στην πορεία προς την πνευματική ανύψωση και ολοκλήρωση”. 121

Στο ίδιο πλαίσιο η Braidotti τονίζει ότι “στους λόγους περί τεράτων, οι επιστημονικές και οι φαντασιωσικές διαστάσεις διαρκώς αλληλοτέμνονται. Τα δύο χαρακτηριστικά, τα οποία διατρέχουν την ιστορική συνέχεια θεμάτων που σχετίζονται με τα τερατώδη σώματα αφορούν τόσο το μη αντικειμενικό στάτους τους, ή αλλιώς τη «μη καθαρότητα τους» όσο και το επιστημοφιλικό φορτίο τους”.122 Το τερατώδες σώμα εξαιτίας των εμφανών βιολογικών του χαρακτηριστικών, υπερβαίνει και αποσταθεροποιεί τα συμβατικά όρια και προκαλεί ασάφεια ως προς την κοινωνική του ένταξη. 123

Το τερατώδες σώμα, περισσότερο από ένα αντικείμενο, είναι ένας “μηχανισμός που αλλάζει το σκηνικό”. Η “ωμή” του μορφή, συνδέεται μέσα από ένα ιστό αλληλοσυμπληρουμενων λόγων με τη φυσική μορφή του παρά φύση. Όπως τονίζει ο Φουκώ “είναι η βάση της κατανόησης όλων των μορφών της ανωμαλίας – όλων των μικροπεριπτώσεων που κυκλοφορούν”. 124
Παράλληλα, η ιδιόμορφη ένταξη του τέρατος στα κοινωνικά συμφραζόμενα της εποχής, η συμπερίληψη μέσω του αποκλεισμού, δεν προκαλεί μόνο την αμφισβήτηση αλλά και την ενίσχυση των παραδοσιακών δίπολων. Η ιδιαιτερότητα του οργανικού τέρατος έγκειται στο ότι είναι ταυτόχρονα ίδιος-α και άλλος –η, καθώς δεν είναι ούτε κάτι εντελώς ξένο ούτε εντελώς οικείο. Αυτός ο μηχανισμός “οικείας ξενικότητας”, χαρακτηριστικό παράδειγμα του οποίου είναι το τέρας, βρίσκει τα πλησιέστερα ανάλογά του σε μηχανισμούς όπως ο σεξισμός, και ο ρατσισμός.

Η γυναίκα, ο μαύρος, ο Εβραίος ή ο ομοφυλόφιλος είναι ασφαλώς “διαφορετικοί” από τη διαμόρφωση της ανθρώπινης υποκειμενικότητας που κυριαρχεί στην επιστημονική σκέψη και βασίζεται στην αρρενωπότητα, στο λευκό χρώμα, στην ετεροφυλοφυλία και στις χριστιανικές αξίες “.125 Φαίνεται λοιπόν ότι η έννοια της ετερότητας μέσα από διαδικασίες αξιολογήσεων, ιεραρχήσεων και αποκλεισμών, συνδέεται πολλαπλώς –με προεξέχοντα τρόπο την διαδικασία της άρνησης- με τις μεθόδους συγκρότησης των κυρίαρχων μορφών κανονικότητας.

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου χωρίς την άδεια του συγγραφέα

Βιβλιογραφία

89 Μακρυνιώτη, Δ. (επιμ) (2004). Τα όρια του σώματος. Διεπιστημονικές προσεγγίσεις. Αθήνα: Εκδόσεις Νήσος. Εισαγωγή

90 Goffman, E. (2001). Στίγμα: Σημειώσεις για τη διαχείριση της φθαρμένης ταυτότητας. Αθηνα: Εκδόσεις Αλεξάνδρεια. Εισαγωγή

91 Vigarello, G. (2007). H ιστορία της ομορφιάς: Το σώμα και η τέχνη του καλλωπισμού από την Αναγέννηση ως σήμερα. Αθήνα: Εκδόσεις Αλεξάνδρεια. σ. 269

92 Στο ίδιο, σ. 213

93 Μεταξάς, Α. (2001). Προεισαγωγικά για τον πολιτικό λόγο. Δεκατέσσερα Μαθήματα για το Στυλ. Αθήνα: Εκδόσεις Σακκούλας. σ. 240

94 Vigarello, G. (2007). H ιστορία της ομορφιάς: Το σώμα και η τέχνη του καλλωπισμού από την Αναγέννηση ως σήμερα. Αθήνα: Εκδόσεις Αλεξάνδρεια. σ.234

95 Στο ίδιο, σ.259

96 Στο ίδιο, σ. 231-245

97 Στο ίδιο, σ. 236

98 Αθανασίου, Α. (επιμ) (2011). Βιοκοινωνικότητες: Θεωρήσεις στην ανθρωπολογία της υγείας. Αθήνα: Εκδόσεις Νήσος. σ.293

99 Μακρυνιώτη, Δ. (επιμ) (2004). Τα όρια του σώματος. Διεπιστημονικές προσεγγίσεις. Αθήνα: Εκδόσεις Νήσος. Εισαγωγή

100 Στο ίδιο, Εισαγωγή.

101 Μακρυνιώτη, Δ. (επιμ) (2004). Τα όρια του σώματος. Διεπιστημονικές προσεγγίσεις. Αθήνα: Εκδόσεις Νήσος. Εισαγωγή

102 Μακρυνιώτη, Δ. (επιμ) (2008). Περί θανάτου: Η πολιτική διαχείριση της θνητότητας. Αθήνα: Εκδόσεις Νήσος. Εισαγωγή

103 Εκο, Ο. (Επιμ) (2004). Ιστορία της Ομορφιάς. Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη. σ. 136

104 Φουκώ, Μ. (1991). Η μικροφυσική της εξουσίας. Αθήνα: Εκδόσεις ύψιλον/βιβλία. σ.75

105 Στο ίδιο, σ. 60

109 Butler, J. (2004). «Σώματα που έχουν σημασία: σχετικά με τα όρια του “φύλου” σε επίπεδο λόγου» στο Δ. Μακρυνιώτη, (επιμ), Τα όρια του σώματος. Διεπιστημονικές προσεγγίσεις. Αθήνα: Εκδόσεις Νήσος. σ.184

110 Αgamben, G. (2005). Homo Sacer: Κυρίαρχη εξουσία και γυμνή ζωή. Αθήνα: Εκδόσεις Scripta. σ. 134

111 Στο ίδιο, σ. 40-42 112 Στο ίδιο, σ. 51

112 Στο ίδιο, σ. 51

113 Στο ίδιο, σ.26

114 Η γυμνή ζωή του Homo Sacer είναι η φονεύσιμη και άθυτη ζώη. Η ζωή που μπορεί να θανατωθεί χωρίς να επιβληθεί τιμωρία στον δολοφόνο ενώ ταυτόχρονα δεν αξίζει το πένθος και τη θυσιαστήρια προσφορά.

115Στο ίδιο, 171

116 Στο ίδιο, σ.171

117 Φουκώ, Μ. (2011). Οι μη κανονικοί. Αθήνα: Εκδόσεις Εστία. σ.134

118 Στο ίδιο, σ. 134

119 Στο ίδιο, σ. 136

120 Bakhtin, M. (2004). «Η γκροτέσκα εικόνα του σώματος και οι καταβολές της» στο Δ. Μακρυνιώτη (επιμ), Τα όρια του σώματος. Διεπιστημονικές προσεγγίσεις. Αθήνα: Εκδόσεις Νήσος. σ. 102

121 Μακρυνιώτη, Δ. (Επιμ) (2004). Τα όρια του σώματος. Διεπιστημονικές προσεγγίσεις. Αθήνα: Εκδόσεις Νήσος. Εισαγωγή

122 Braidotti, R. (2004). «Σημάδια θαύματος και ίχνη αμφιβολίας; Περί τερατολογίας και σωματοποιημένων διαφορών» στο Δ. Μακρυνιώτη (Επιμ), Τα όρια του σώματος. Διεπιστημονικές προσεγγίσεις. Αθήνα: Εκδόσεις Νήσος. σ. 163

123 Μακρυνιώτη, Δ. (Επιμ) (2004). Τα όρια του σώματος. Διεπιστημονικές προσεγγίσεις. Αθήνα: Εκδόσεις Νήσος. Εισαγωγή

124 Φουκώ, Μ. (2011). Οι μη κανονικοί. Αθήνα: Εκδόσεις Εστία. σ.121-122 125 Στο ίδιο, σ. 165

126 Πούχνερ, Β. (1996). «Τερατομορφία και σωματική δυσπλασία στη λαϊκή φαντασία. Μορφές και λειτουργίες της παρεκκλίνουσας σωματικής εμφάνισης », στο Ε. Αυδίκος (επιμ), Από το παραμύθι στα κόμικς. Αθήνα: Εκδόσεις Οδυσσέας.

127 Εκο, Ο. (Επιμ) (2004). Ιστορία της Ομορφιάς. Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη. σ. 136

128Vigarello, G. (2007). H ιστορία της ομορφιάς: Το σώμα και η τέχνη του καλλωπισμού από την Αναγέννηση ως σήμερα. Αθήνα: Εκδόσεις Αλεξάνδρεια. σ.39-40

129 Στο ίδιο, σ. 41

130 Μακρυνιώτη, Δ. (Επιμ) (2004). Τα όρια του σώματος. Διεπιστημονικές προσεγγίσεις. Αθήνα: Εκδόσεις Νήσος. Εισαγωγή

131 Αθανασίου, Α. (Επιμ) (2011). Βιοκοινωνικότητες: Θεωρήσεις στην ανθρωπολογία της υγείας. Αθήνα: Εκδόσεις Νήσος. σ. 299

132 Εκο, Ο. (Επιμ) (2004). Ιστορία της Ασχήμιας. Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη. σ. 136

133 Φουκώ, Μ. (2011). Οι μη κανονικοί. Αθήνα: Εκδόσεις Εστία. σ. 327 – 340

135 Στο ίδιο, σ. 357

136 Στο ίδιο, σ. 357-362

137 Στο ίδιο, σ.361

138 Schieffelin, Β. (1990). The Give and Take of Everyday Life: Language Socialization of Kaluli Children. Cambridge: Cambridge University Press. Introduction