Η κριτική ανάλυση λόγου αποτελεί μια υποκατηγορία του ευρύτερου πεδίου της ανάλυσης λόγου. Στα πλαίσια της κριτική ανάλυσης λόγου, συναντώνται εξίσου διαφοροποιήσεις μεταξύ των θεωρητικών και μεθοδολογικών αρχών. Ωστόσο καταγράφονται κάποιες θεωρητικές παραδοχές τις οποίες αποδέχονται όλες οι επιμέρους προσεγγίσεις, συγκροτώντας έτσι ένα αυτόνομο πεδίο, διαφοροποιημένο από τις υπόλοιπες λογο- αναλυτικές θεωρήσεις. Στη παρούσα εργασία θα υιοθετήθούν αρκετά από τα στοιχεία του λογο – αναλυτικού μοντέλου που προτείνει ο Fairclouth.
Διευκρινίζεται εδώ, ότι στο πεδίο της ανάλυσης λόγου, δεν προβλέπεται μεθοδολογικά η τήρηση ενός προκαθορισμένου σχεδίου εργασίας αλλά υιοθετείται η σχετική αυτονομία του/της ερευνητή/τριας, στο να συνδυάσει μεθοδολογικές και θεωρητικές προσεγγίσεις. Ως εκ τούτου, στο ερευνητικό μέρος θα αξιοποιηθούν κάποιες από τις θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές του μοντέλου του Fairclouth, και όχι όλες οι μεθοδολογικές συμβάσεις που απορρέουν από την συγκεκριμένη θεώρηση.
Το θεωρητικό πλαίσιο που συγκροτεί τις περισσότερες προσεγγίσεις της κριτικής ανάλυσης λόγου, συμπεριλαμβανομένου και του μοντέλου Fairclouth, μπορεί να συνοψιστεί στις εξής βασικές αρχές:
• Ο χαρακτήρας των κοινωνικών και πολιτικών διαδικασιών και δομών είναι εν μέρει γλωσσικός – ρηματικός. Οι πρακτικές του λόγου –με τις οποίες παράγονται και καταναλώνονται τα κείμενα- αποτελούν μια σημαντική μορφή κοινωνικής πρακτικής που συμβάλει στη συγκρότηση του κοινωνικού κόσμου, των κοινωνικών ταυτοτήτων και των κοινωνικών σχέσεων. Η κοινωνική και πολιτισμική αναπαραγωγή και αλλαγή πραγματοποιούνται εν μέρει μέσω των καθημερινών πρακτικών του λόγου (των διαδικασιών παραγωγής και κατανάλωσης κειμένων). Ως εκ τούτου, τα κοινωνικά φαινόμενα δεν έχουν όλα γλωσσικό – ρηματικό χαρακτήρα.
• Ο λόγος συγκροτεί και συγκροτείται. Ως κοινωνική πρακτική, ο λόγος βρίσκεται σε διαλεκτική σχέση με τις άλλες διαστάσεις της κοινωνίας. Συμβάλει στη διαμόρφωση και στην αναδιάρθρωση των κοινωνικών δομών, αλλά και τις αντανακλά. Η ρηματική προσέγγιση της κοινωνίας δεν πηγάζει από ένα ελεύθερο παιχνίδι ιδεών στο μυαλό των ανθρώπων, αλλά από μια κοινωνική πρακτική που είναι βαθειά ριζωμένη στις πραγματικές, υλικές κοινωνικές δομές και είναι προσανατολισμένη σε αυτές. 76
• Η χρήση της γλώσσας πρέπει να αναλύεται εμπειρικά στα κοινωνικά της συμφραζόμενα. Η κριτική ανάλυση λόγου περιλαμβάνει τη γλωσσολογική, κειμενική και κοινωνιολογική ανάλυση της χρήσης της γλώσσας στις δοσμένες κοινωνικές διαδράσεις.
• Ο λόγος λειτουργεί ιδεολογικά77. Η κριτική ανάλυση λόγου υποστηρίζει ότι οι ρηματικές πρακτικές συμβάλλουν στη δημιουργία και την αναπαραγωγή άνισων σχέσεων εξουσίας ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες. Η έρευνα της κριτικής ανάλυσης λόγου επικεντρώνεται στις πρακτικές του λόγου, οι οποίες κατασκευάζουν παραστάσεις του κόσμου, κοινωνικά υποκείμενα και κοινωνικές σχέσεις, αλλά ενδιαφέρεται και για τον ρόλο που παίζουν αυτές οι πρακτικές του λόγου στην προώθηση των συμφερόντων ιδιαίτερων κοινωνικών ομάδων.
• Κριτική έρευνα. Η κριτική ανάλυση λόγου δεν είναι πολιτικά ουδέτερη (όπως επισημαίνει η αντικειμενικιστική επιστήμη), αλλά αυτοπροσδιορίζεται ως κριτική προσέγγιση που υπηρετεί το πρόσταγμα της κοινωνικής αλλαγής. Στο όνομα της χειραφέτησης, οι προσεγγίσεις της κριτικής ανάλυσης παίρνουν το μέρος των καταπιεσμένων κοινωνικών ομάδων.
Πιο συγκεκριμένα, το μοντέλο του Fairclouth, αποτελεί ένα συνδυασμό κειμενικής και κοινωνιολογικής ανάλυσης. Ο αναλυτής μπορεί να προσφύγει στην κοινωνιολογική θεωρία, για να ερμηνεύσει την ευρύτερη κοινωνική πρακτική στην οποία ανήκει η πρακτική του λόγου. Ως εκ τούτου, για να κατανοήσουμε τις διαφορετικές διαστάσεις του λόγου, είναι απαραίτητο να στραφούμε σε συναφείς θεωρίες που θα συνεισφέρουν με την ερμηνεία τους. 78
Επιπρόσθετα, με δεδομένο ότι δεν υπάρχει ισομερής κατανομή των ειδών του λόγου που παράγονται και καταναλώνονται σε μια συγκεκριμένη ιστορικό –κοινωνική στιγμή, η κριτική ανάλυση λόγου στοχεύει στην ανάδειξη της διαδικασίας «φυσικοποίησης» των κυρίαρχων ειδών λόγου. Η «φυσικοποίηση» ενός κυρίαρχου λόγου, “συντελεί στην απόκρυψη της σύνδεσης του με κάποια συγκεκριμένη ιδεολογία ή τα συγκεκριμένα συμφέροντα κάποιας κοινωνικής ομάδας και στην μετατροπή του σε κοινή πρακτική ή θεσμό.79 Η κριτική αποβλέπει στον τρόπο που τα υποκείμενα ή οι ομάδες εκφέρουν τον λόγο, τις προσδοκίες και τις σκοπιμότητες πίσω από το μεταδιδόμενο μήνυμα. Η ανάλυση του υπονοούμενου μπορεί να μας δώσει αξιόλογα στοιχεία για το τι θεωρείται αυτονόητο. 80
Στην κριτική ανάλυση λόγου ο/η ερευνητής/τρια δεν επιδιώκει να δει “πίσω” από το λόγο, να διαπιστώσει τι πραγματικά εννοούν οι άνθρωποι ή να ανακαλύψει την αντικειμενική πραγματικότητα που ενυπάρχει πίσω από τα γλωσσικά ενεργήματα. Αντιθέτως, ο/η αναλυτής/τρια πρέπει να μελετήσει “αυτό που πράγματι ειπώθηκε ή γράφτηκε, για να ανακαλύψει ευρύτερες δομές στις διάφορες προτάσεις και στις μεταξύ τους σχέσεις και να διερευνήσει τις κοινωνικές συνέπειες των διάφορων ρηματικών παραστάσεων της πραγματικότητας”. 81
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου χωρίς την άδεια του συγγραφέα
Βιβλιογραφία
76 Fairclough, N. (1992b). Discourse and Social Change. Cambridge: Polity Press. p. 66
77 Η συγκεκριμένη προσέγγιση χρησιμοποιεί την έννοια της ιδεολογίας για να θεωρητικοποιήσει τις σχέσεις υποτέλειας μεταξύ των κοινωνικών ομάδων.
78 Phillips, L –Jorgensen, M. (2009). Ανάλυση Λόγου: Θεωρία και Μέθοδος. Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση. σ. 268
79 Fairclough, N. (1989). Language and Power. Λονδίνο: Longman.
80 Fairclough, N.(1995a). Critical Discourse Analysis. Λονδίνο: Longman. p. 6
81 Phillips, L –Jorgensen, M. (2009). Ανάλυση Λόγου: Θεωρία και Μέθοδος. Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση. σ. 51-52