«Διαβάζοντας το σώμα στα κλασικά παραμύθια»
(μέρος τρίτο)
«Αναλύοντας τον λόγο των κλασικών παραμυθιών: Το σώμα, η ηθική και το συναίσθημα»
Το ερευνητικό ερώτημα της παρούσας μελέτης, αφορά στον τρόπο με τον οποίο τα κλασσικά παραμύθια, ενσωματώνουν και αναπαράγουν μια σειρά από στερεότυπα, προκαταλήψεις και δογματισμούς, διαμορφώνοντας συγκεκριμένα καθεστώτα αλήθειας στο πεδίο της παιδικής ηλικίας. Το γεγονός ότι τα κλασσικά παραμύθια ενσωματώνονται στην εκπαιδευτική διαδικασία αλλά και προτείνεται να αξιοποιούνται στον ελεύθερο χρόνο των παιδιών, ως ενδεδειγμένη μορφή ψυχαγωγίας, αναδεικνύει την αναγκαιότητα να μελετηθούν οι αναπαραστάσεις του κόσμου, οι αξίες, τα πρότυπα και οι ιδεολογίες που προσφέρονται στους/στις αναγνώστες/στριες – ακροατές/τριες μέσω του παραμυθιακού λόγου.
Όπως αναδείχθηκε σε προηγούμενο κεφάλαιο, η περιγραφή των σωματικών χαρακτηριστικών των ηρώων-ίδων αποσκοπεί, σε μεγάλο βαθμό, στη σκιαγράφηση της προσωπικότητας τους. Αυτή η διαδικασία προωθεί μια σειρά από κατηγοριοποιήσεις και αξιολογήσεις στην βάση των οποίων, το αισθητικά “όμορφο” και το “κανονικό” σώμα, το σώμα που εναρμονίζεται με τα κυρίαρχα πρότυπα ομορφιάς, συγκροτεί μια θετική ταυτότητα, χαρακτηρίζεται από θετικά ψυχικά και ηθικά γνωρίσματα. Όπως τονίζει ο Πούχνερ, “η νόρμα του ανδρικού και του γυναικείου ιδανικού που αφορά τα σωματικά χαρακτηριστικά επεκτείνεται στο πεδίο της προσωπικότητας, συνδέεται με τη «σωστή» κοινωνική συμπεριφορά ως έκφραση «ομαλής» ψυχικής και πνευματικής κατάστασης”. [1]
- Η Ωραία κοιμωμένη: “..τα είχε όλα κι ακόμα, ένα ερευνητικό μυαλό που ήθελε να μαθαίνει τα πάντα..” (η Ωραία Κοιμωμένη)
- Η Μικρή γοργόνα: “..όλοι την αγαπούσαν και ο λαός της θάλασσας πίστευε πως είναι η πιο όμορφη γοργόνα που έχει υπάρξει ποτέ..” (η Μικρή γοργόνα)
- Η Πεντάμορφη: , “..ήξερε πως η πεντάμορφη είναι προκομμένη και θα διακρινόταν στην κοινωνία περισσότερο από τις αδερφές της..“, “..θαύμαζε την αρετή και την υπομονή της..“, “..επειδή ήταν πολύ θαρραλέα..” (η Πεντάμορφη)
Η σχέση του “Καλού” με το “Ωραίο” δεν είναι καινούρια, ούτε συναντάται μόνο στα κλασικά παραμύθια. Καθώς ο επιθετικός προσδιορισμός “ωραίο” χρησιμοποιείται συχνά για να “υποδηλώσουμε κάτι που μας αρέσει, δίνεται η εντύπωση πως ο,τι είναι ωραίο ισοδυναμεί και με ο,τι είναι και καλό”.[2] Η έννοια της «ηθικοποιημένης αισθητικής», αναδεικνύει την σύνδεση -μέχρι συγχύσεως- των κριτηρίων της αισθητικής και της αρετής. Όπως σημειώνει ο Vigarrello, “η ιεράρχηση των ειδών της ομορφιάς δομείται συχνά στη βάση ηθικών κριτηρίων: η αισθητική τελειότητα συγκεκριμενοποιείται συνδεόμενη με το Καλό. Θα πρέπει σε αυτό το σχήμα το ωραίο πρόσωπο, τα μάτια να συνδέονται με ολοκληρωμένες ηθικές αξίες. Η ομορφιά παίρνει τη μορφή ενός κύκλου και η καλοσύνη τοποθετείται στο κέντρο του, και για τούτο η εξωτερική ομορφιά εκλαμβάνεται ως το κατεξοχήν σημάδι της εσωτερικής ομορφιάς”. [3]
Ο στερεότυπος και δεδομένος τρόπος με τον οποίο αποδίδονται θετικά ψυχικά και ηθικά γνωρίσματα στα “κανονικά” και στα αισθητικώς “ωραία” σώματα, επεκτείνεται και στην περίπτωση της αποκλίνουσας σωματικής εμφάνισης. Σε αυτή τη περίπτωση, το μη κανονικό, το ευπαθές, δύσμορφο, άσχημο, δύσπλαστο ή τερατώδες σώμα συνδέεται συχνά με την ηθική κατάπτωση, τον κοινωνικό κίνδυνο και τον καταναγκασμό ως “το κακό να υπάρχει εγγεγραμμένο στα χαρακτηριστικά του”.[4] Έτσι, κάποια σωματικά γνωρίσματα αναγνωρίζονται ως δηλωτικά παρέκκλισης και προκαθορίζουν, εγκλωβίζοντας το υποκείμενο σε μια ανάλογη μορφή δράσης.
- Πεντάμορφη και Τέρας: (Τέρας): “..θα πεθάνετε για να πληρώσετε για το λάθος σας..“, “..θα αφεθώ στη μανία αυτού του Τέρατος..“, “..προτιμώ να με κατασπαράξει αυτό το θηρίο..“, “..μια κακιά μάγισσα τον μεταμόρφωσε σε Τέρας..“
- Μικρή Γοργόνα: “..η μάγισσα ζήτησε τότε για ανταμοιβή, το καλύτερο χάρισμα της γοργόνας, την όμορφη φωνή της..“”..κάθε βήμα που θα κάνεις θα σε πονάει, είπε γελώντας η κακιά μάγισσα..“
- Ωραία Κοιμωμένη: (μάγισσα): “..στάθηκε απειλητικά πάνω από την κούνια του μωρού…θα πέσει νεκρή πριν τα δεκαέξι της χρόνια, είπε..”
Η έννοια της “σωματοποιημένης παρέκκλισης”, δηλαδή της βιολογικά εγγεγραμμένης παρέκκλισης, χρησιμοποιείται για να αναδείξει κριτικά την κοινωνική κατασκευή της αντίληψης ότι, “ο ηθικός και ο κοινωνικά παρεκκλίνων χαρακτήρας εκδηλώνονται στην υλικότητά του σώματος ως αιτία ή ως αποτέλεσμα ή ίσως και ως ενδεικτικό σημάδι”.[5] Όπως σημειώνει η Αθανασίου, “η θέσπιση μιας νόρμας, η κανονικοποίηση, είναι η επιβολή μιας απαίτησης σε μια ύπαρξη, σε ένα δεδομένο του οποίου η ποικιλομορφία και η ανομοιότητα, παρουσιάζονται αναφορικά με την απαίτηση όχι απλώς ως άγνωστος, αλλά και εχθρικός αστάθμητος παράγοντας.[6] Μάλιστα, όσο αυξάνεται ο βαθμός της “σωματικής απόκλισης” του χαρακτήρα, αυξάνεται και ο βαθμός, με τον οποίο φαίνεται να απειλεί τους χαρακτήρες που τον πλαισιώνουν. Το διαφοροποιημένο σώμα είναι απειλητικό για τα κανονικά σώματα, απειλεί μέσω της ύπαρξης και μέσω της πιθανής δράσης του. Ως εκ τούτου, η εκδικητικότητα, η επιθυμία για πρόκληση βλάβης είναι ακόμη ένα χαρακτηριστικό, που παρουσιάζεται σε μεγάλο βαθμό, ως εγγενές χαρακτηριστικό της απόκλισης.
Επιπρόσθετα σε αυτό το επίπεδο δημιουργείται και μια άλλη, παράλληλη σχέση εξουσίας μεταξύ των χαρακτήρων που οριοθετείται με βάση τη σύνδεση του “ωραίου” με το “καλό” και του “άσχημου” με το “κακό”. Ανακύπτει η αντίληψη περί αέναης μάχης του καλού με το κακό (άρα και του όμορφου με το άσχημο), η οποία καταλήγει στο αίσιο τέλος μόνο με την επικράτηση του καλού, επιφέροντας την αποκατάσταση της κανονικότητας και της δικαιοσύνης.
Ο Eco, μελετώντας σε ένα γραμματικό επίπεδο τον τρόπο, με τον οποίο έχουν δομηθεί κάποιες σημασιολογικές συνδέσεις μεταξύ συγκεκριμένων όρων, αναδεικνύει επίσης τον στερεότυπο τρόπο συσχέτισης της αισθητικής με την ηθική, πνευματική, κοινωνική και ψυχική διάσταση. Συγκεκριμένα, εξετάζοντας ιστορικά τα συνώνυμα των όρων «όμορφο» και «άσχημο» τονίζει πως, το όμορφο ταυτίζεται με ότι είναι αξιαγάπητο, ευχάριστο, ελκυστικό, ευάρεστο, απολαυστικό, αρμονικό, εκπληκτικό, χαριτωμένο, κομψό, μαγευτικό, υπέροχο, θαυμάσιο, γοητευτικό, έξοχο, εξαιρετικό, μυθικό, παραμυθένιο, φανταστικό, μυθικό, εξαίσιο, πολύτιμο, θεαματικό, λαμπρό μεγαλειώδες και ανώτερο. Αντίθετα το «άσχημο» συνδέεται με ότι είναι αηδιαστικό, φρικτό, δυσάρεστο, γκροτέσκο, αποτρόπαιο, βδελυρό, μισητό, απρεπές, ρυπαρό, βρομερό, πρόστυχο, απωθητικό, τρομακτικό, ευτελές, τρομερό, απαίσιο αηδιαστικό, αποκρουστικό, φρικιαστικό, φοβερό, εφιαλτικό, τερατώδες, εμετικό, απεχθές σιχαμερό, χυδαίο, ποταπό, άχαρο, καταθλιπτικό, άσεμνο, δύσμορφο και παραμορφωμένο.[7]
Σε αυτό το επίπεδο της ανάλυσης, σημαντικό ρόλο παίζει και η έννοια του συναισθήματος καθώς αποτελεί μέρος των διαδικασιών, με τις οποίες τα σωματικά γνωρίσματα διαμορφώνουν τόσο την κοινωνική ταυτότητα όσο και την αυτοαντίληψη του χαρακτήρα. Μελετώντας τον τρόπο με τον οποίο, θετικά ή αρνητικά συναισθήματα ενισχύουν ή ταυτίζονται με “φυσικά” σωματικά γνωρίσματα διαφαίνεται ότι, συγκεκριμένα συναισθήματα ακολουθούνται από συγκεκριμένους αιτιοπροσδιορισμούς.
Αναλυτικότερα, τα συναισθήματα που εκφράζουν οι ίδιοι οι χαρακτήρες ή μέσω της αφήγησης τους πλαισιώνουν, διαφοροποιούνται ανάλογα με τον βαθμό κανονικότητας ή απόκλισης της σωματικής τους εμφάνισης. Στην περίπτωση των “κανονικών”, “αισθητικά πρότυπων” σωμάτων, συναντάμε μια σειρά από εκφράσεις και περιγραφές θετικά φορτισμένων συναισθημάτων (θαυμασμός, αγάπη, περηφάνια, συμπόνια, κατανόηση, θάρρος, αυτοθυσία, καλοσύνη).
- Χιονάτη: “..ήταν ένα αξιαγάπητο κοριτσάκι..“, “..την αγαπούσαν όλοι, ακόμα και οι υπηρέτες του παλατιού..“
- Μικρή γοργόνα: “..ήταν τόσο απίστευτα όμορφη που έκανε τον πατέρα της να αισθάνεται πολύ περήφανος..“, “..πρέπει να παραδεχτώ ότι έχεις πολύ θάρρος..“, “..όλοι την συμπάθησαν..“
- Πεντάμορφη: “..μιλούσε στους φτωχούς τόσο καλοσυνάτα, ήταν τόσο ειλικρινής..“, “..ήταν καλόψυχη, τις είχε συγχωρέσει και ας την πλήγωναν..”, “..προτιμώ να με κατασπαράξει αυτό το θηρίο, παρά να πεθάνω από τον καημό επειδή θα έχω προκαλέσει τον χαμό σου..”
- Ωραία Κοιμωμένη: “..το ρηγόπουλο περίεργο και θαρραλέο σαν όλα τα ρηγόπουλα της εποχής του προχώρησε..“
Μάλιστα τα “θετικά” συναισθήματα που πλαισιώνουν τους “κανονικούς” χαρακτήρες των παραμυθιών που μελετάμε, λειτουργούν ως στοιχεία γεφύρωσης της κοινωνικής διαφοράς που απορρέει από τα δεδομένα της αφήγησης. Συναισθήματα όπως η “καλοσύνη” και η “ειλικρίνεια” έρχονται σε αυτό το πλαίσιο, να ξεπεράσουν τις έντονες ταξικές αντιθέσεις και τις άνισες σχέσεις μεταξύ των χαρακτήρων (φτωχοί, δούλοι / βασιλόπουλα –ες) νομιμοποιώντας στη συνείδηση των μικρών αναγνωστών –στριών τα χαρακτηριστικά της υφιστάμενης κοινωνικής δομής. Έτσι τα “θετικά συναισθήματα” των εκπροσώπων της κυρίαρχης ομάδας – αυτά και μόνο- είναι αρκετά για να λειάνουν τις εγγενείς αντιθέσεις που χαρακτηρίζουν την διαίρεση της κοινωνίας σε τάξεις.
Αντίστοιχα, τα συναισθήματα που εκφράζουν ή που πλαισιώνουν μέσω της αφήγησης τις αποκλίνουσες μορφές των παραμυθιών που μελετάμε είναι, στις περισσότερες περιπτώσεις, φορτισμένα αρνητικά (αυτό – ταπείνωση, μίσος, απειλή, επιθετικότητα, εκδικητικότητα, θυμός, κακία). Υπό αυτή την έννοια οι “μη κανονικοί” χαρακτήρες παρουσιάζονται ως να έχουν αποδεχτεί τον παρεκκλίνον ρόλο που τους έχει αποδώσει η αρνητική κοινωνική αξιολόγηση τους.
- Η Πεντάμορφη και το Τέρας: “..δεν είμαι άρχοντας, είμαι τέρας!“, “..είμαι τρομακτικός..“, “..ξέρω ότι είμαι απαίσιος..“, “..εκτός από το ότι είμαι άσχημος δεν έχω και καθόλου μυαλό: ξέρω πως είμαι χαζός..“, “..αν είχα μυαλό θα σας έκανα ένα ωραίο κομπλιμέντο αλλά είμαι χαζός..“, “..ήταν καλός συνομιλητής αλλά δεν φαινόταν και πολύ έξυπνος..“
- Η Μικρή γοργόνα: “..«Εδώ είσαι», ακούστηκε η βραχνή φωνή της άσχημης νερομάγισσας.. αφού με συνάντησες να ξέρεις ότι θα υποφέρεις..”
- Χιονάτη:”..Ξέρουμε ότι το σπιτάκι μας είναι τόσο μικρό, όπως και εμείς και αυτό θα σε δυσκολέψει, απάντησαν οι νάνοι..”, “..η κακιά μητριά έσκασε από το κακό της..”
- Ωραία κοιμωμένη: (μάγισσα): “.. να πέσεις σε ύπνο που δεν έχει ξυπνημό, είπε με κακιασμένη φωνή θριάμβου η κακιά μάγισσα..”, “τότε εμφανίστηκε η άσχημη μάγισσα, ήταν κατακόκκινη από τον θυμό της..”
Η ανάλυση του Φουκώ σχετικά με την διαδικασία της “ομολογίας” είναι χρήσιμη σε αυτό το επίπεδο. Η “ομολογία” συγκρότησε την τεχνολογία της εκκλησιαστικής εξουσίας, προσφέροντας την εξιλέωση στους πιστούς μέσω της μετάνοιας. Κατά τη διαδικασία της εξομολόγησης, το υποκείμενο στην ουσία “ομολογεί” τις αμαρτίες που συνδέονται με το σώμα του με αποτέλεσμα, από τον Μεσαίωνα και μετά, να ανακύπτει ένα διευρυνόμενος απολογητικός λόγος γύρω από το σώμα.[8] Μέχρι τον 16ο αιώνα η ομολογία αφορούσε την ζωή του υποκειμένου, τις σχέσεις, τις ενέργειες, τις σκέψεις, ως στοιχεία στα οποία αρμόζει μια εξέταση και μια ανάλυση.[9] Ωστόσο, σταδιακά η πρακτική της εξομολόγησης μετακινείται από το γενικό πεδίο των σχέσεων και των συμπεριφορών πιο εξειδικευμένα προς το ίδιο το σώμα του μετανοούντος, “οι χειρονομίες, οι αισθήσεις, οι ηδονές, οι σκέψεις, οι επιθυμίες, η ένταση και η φύση όσων ο ίδιος αισθάνεται και πράττει, αυτά ακριβώς θα αποτελέσουν το νέο αντικείμενο της ομολογίας”. [10] Ο Φουκώ περιγράφει την διαδικασία της τοποθέτησης του σώματος στο επίκεντρο της ομολογίας, ως ένα είδος “ηθικής φυσιολογίας της σάρκας”. [11] Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει: “παρατηρούμε, από τον 18 αιώνα και μετά, τη σάρκα να καρφιτσώνεται στο σώμα. Τώρα η σαρκική αμαρτία ενοικεί στο ίδιο το σώμα. Εξετάζοντας το σώμα, εξετάζοντας τα διάφορα μέρη του σώματος , εξετάζοντας τις διάφορες ευαίσθητες όψεις του σώματος , θα μπορέσουμε να καταδιώξουμε την αμαρτία της σάρκας”.[12]
Το υποκείμενο έτσι, βρίσκεται σε μια διαδικασία όχι μόνο αποδοχής της μιαρότητας και των αμαρτιών που πηγάζουν από το σώμα που του έχει αποδοθεί, αλλά αισθάνεται επίσης υπόλογο απέναντι στο κοινωνικό σύνολο και νιώθει την ανάγκη να εξιλεωθεί γι αυτό μέσω της “απολογίας”. Αναδεικνύεται έτσι ότι, οι διαδικασίες με τις οποίες το άτομο βιώνει τα συναισθήματα του και ανταποκρίνεται στον κοινωνικό του ρόλο, συνδέονται σε μεγάλο βαθμό με τον τρόπο που αντιλαμβάνεται τη θέση του στο περιβάλλον που τον πλαισιώνει αλλά και με την αυτο-αξιολόγηση του σώματος του στη βάση των κοινωνικά προσδιορισμένων κατηγοριών του κανονικού και του αποκλίνοντος.
Φαίνεται λοιπόν ότι, η ένταξη των συναισθημάτων και της συμβολικής τους λειτουργίας σε συγκεκριμένα πολιτισμικά, κοινωνικά και πολιτικά πλαίσια αναδεικνύει την οργανική σύνδεσή τους με τις –εξίσου πολιτισμικά προσδιορισμένες- έννοιες του εαυτού και της ταυτότητας. Τα συναισθήματα, αποτελούν όψεις των πολιτισμικών συστημάτων που συμβάλουν ουσιαστικά στην διευθέτηση της πράξης και των τρόπων με τους οποίους οι άνθρωποι σχηματίζουν -αλλά ταυτόχρονα σχηματοποιούνται από- τον κόσμο τους. Αυτό συμβαίνει καθώς “η εμπειρία, η αιτιολόγηση και το νόημα των συναισθημάτων δεν μπορούν να διαχωριστούν από το ρόλο που αυτά παίζουν στη διαμόρφωση των εκφραστικών μορφών της αλληλεπίδρασης μεταξύ των ατόμων, ούτε βέβαια από τις κατευθυντήριες γραμμές του πολιτισμικού σεναρίου στο οποίο παίρνουν μέρος”.[13] Στα υπό ανάλυση παραμύθια, ως κεντρικά στοιχεία διαμόρφωσης της πλοκής και συγκρότησης της ταυτότητας των χαρακτήρων, τα συναισθήματα συνδράμουν στην προώθηση μιας σειράς από στερεοτυπικές προσλήψεις της πραγματικότητας και της κατηγοριοποίησης των χαρακτήρων σε κανονικούς και αποκλίνοντες.
Επιλογή του υλικού
Στη συγκεκριμένη μελέτη το υπό ανάλυση υλικό αποτελείται από τέσσερα κλασικά παραμύθια. Η έρευνα σχετικά με την αναζήτηση της “αρχικής” μορφής, ανέδειξε ότι τα συγκεκριμένα παραμύθια διαμορφώθηκαν και διαμορφώνονται με τέτοιο τρόπο, ώστε ακόμα και στο διεθνές σύστημα καταλογράφησης να αναφέρεται πλήθος παραλλαγών, χωρίς να καταγράφεται μια συμπαγής πρώτη “ακατέργαστη” μορφή.[1]
Θεσπίστηκαν έτσι, συγκεκριμένα κριτήρια επιλογής, τα οποία εισήχθησαν στον ηλεκτρονικό κόμβο βιβλιογραφικών δεδομένων “ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ”.[2] Τα κριτήρια είναι τα εξής:
- Ο τίτλος του παραμυθιού να μην είναι εμπλουτισμένος.
- Η έκδοση να περιλαμβάνει επώνυμη αναφορά του μεταφραστή και του εικονογράφου.
- Το παραμύθι να μην αποτελεί νεωτερική παραλλαγή.
- Το κείμενο να έχει τέτοια έκταση ώστε να συμβάλει στη διαδικασία της ανάλυσης.
- Το παραμύθι να απευθύνεται σε παιδιά ηλικίας από 3 ετών και πάνω.
Τα αποτελέσματα της αναζήτησης ανέδειξαν τις εξής εκδόσεις:
- Παπαγιάννη, Μ. (μτφ). – Bodet, D. (εικ) (2012). Η Πεντάμορφη και το Τέρας. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη.
- Μαρίνα, Τουλγαρίδου (μτφ) – Ρομπί, Α. (εικ) (2005). Η Πεντάμορφη και το Τέρας. Αθήνα: Εκδόσεις Ερευνητές.
- Παπαγιάννη, Μ. (μτφ) – Duffaut, Ν. (εικ) (2012). Χιονάτη. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη
- Μάρρα, Ε. (μτφ) – Λαβαρέλο, Χ. (εικ) (1993). Η Κοιμωμένη Βασιλοπούλα. Αθήνα: Εκδόσεις Κέδρος.
- Καββαδία, Τ. (μτφ) – Jansen, M. (εικ) (2004). Η Μικρή Γοργόνα. Αθήνα: Εκδόσεις Μαλλιάρης.
- Καββαδία, Τα (μτφ) – Jansen, M. (εικ) (2004). Αντερσεν: Τα πιο γνωστά παραμύθια. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Μαλλιάρης.
- Παναγιωτοπούλου, Κ (μτφ) – Luca, G. (εικ) (2005). Γκρίμ: Τα πιο γνωστά παραμύθια. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Μαλλιάρης
Χρήστος Τζίκας*
Εκπαιδευτικός – Msc «Εκπαίδευση και ανθρώπινα δικαιώματα»
[1] Η τρίτη αναθεώρηση του διεθνούς Καταλόγου των Λαϊκών Παραμυθιών των Aarne – Thompson και Uther (ATU system) έγινε το 2004 από τον H. J. Uther.
(πηγή: “Κείμενα”, διαδικτυακό περιοδικό, τεύχος 18. Ημερομηνία τελευταίας επίσκεψης 2.2.2016 http://keimena.ece.uth.gr/main/index.php?option=com_content&view=article&id=292:18-kaplanoglou&catid=62:tefxos18&Itemid=98)
[2] Ηλεκτρονική πηγή: http://www.biblionet.gr/. Τελευταία ημερομηνία επίσκεψης 3.2.2016
[1] Πούχνερ, Β. (1996). «Τερατομορφία και σωματική δυσπλασία στη λαϊκή φαντασία. Μορφές και λειτουργίες της παρεκκλίνουσας σωματικής εμφάνισης », στο Ε. Αυδίκος (επιμ), Από το παραμύθι στα κόμικς. Αθήνα: Εκδόσεις Οδυσσέας.
[2] Εκο, Ο. (Επιμ) (2004). Ιστορία της Ομορφιάς. Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη. σ. 136
[3]Vigarello, G. (2007). H ιστορία της ομορφιάς: Το σώμα και η τέχνη του καλλωπισμού από την Αναγέννηση ως σήμερα. Αθήνα: Εκδόσεις Αλεξάνδρεια. σ.39-40
[4] Στο ίδιο, σ. 41
[5] Μακρυνιώτη, Δ. (Επιμ) (2004). Τα όρια του σώματος. Διεπιστημονικές προσεγγίσεις. Αθήνα: Εκδόσεις Νήσος. Εισαγωγή
[6] Αθανασίου, Α. (Επιμ) (2011). Βιοκοινωνικότητες: Θεωρήσεις στην ανθρωπολογία της υγείας. Αθήνα: Εκδόσεις Νήσος. σ. 299
[7] Εκο, Ο. (Επιμ) (2004). Ιστορία της Ασχήμιας. Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη. σ. 136
[8] Φουκώ, Μ. (2011). Οι μη κανονικοί. Αθήνα: Εκδόσεις Εστία. σ. 327 – 340
[10] Στο ίδιο, σ. 357
[11] Στο ίδιο, σ. 357-362
[12] Στο ίδιο, σ.361
[13] Schieffelin, Β. (1990). The Give and Take of Everyday Life: Language Socialization of Kaluli Children. Cambridge: Cambridge University Press. Introduction
*Ο Χρήστος Τζίκας είναι εκπαιδευτικός. Έχει μετεκπαιδευτεί σε τομείς που αφορούν τη πολιτισμική θεωρία, την ειδική αγωγή και τις παιδαγωγικές προσεγγίσεις της τέχνης. Τα τελευταία χρόνια εργάζεται ως εκπαιδευτικός της γενικής και ειδικής αγωγής στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Ταυτόχρονα, επιμελείται καλλιτεχνικές παραγωγές της σκηνής «ΜΑΡΙΟΝΕΤΕΣ ΤΖΙΚΑΣ» επιδιώκοντας τη σύνθεση της επιστημονικής κατάρτισης και της ψυχαγωγικής αισθητικής στο πεδίο της παιδαγωγικής διάστασης του κουκλοθεάτρου και του θεάτρου μαριονέτας.